192 χρόνια από την επανάσταση του
ελληνισμού με το αίσιο τέλος της
θεμελίωσης του ελεύθερου ελληνικού κράτους, γινόμαστε και πάλι κοινωνοί
επετειακών εκδηλώσεων, με λιγότερη αίγλη πλέον, αφού η μεγαλοπρέπεια θυσιάστηκε
στο βωμό της οικονομικής ανάκαμψης, αλλά με τον ίδιο εθνικό παλμό που
χαρακτηρίζει τις συναισθηματικές εξάρσεις του Έλληνος.
Τα μηνύματα που ως κόρη οφθαλμού οφείλουμε να
διαφυλάξουμε και να μεταλαμπαδεύσουμε στις νεότερες γενεές, όσο κι αν οι
συνθήκες που βιώνουν θέτουν σε αμφισβήτηση τα όσα ακούνε από τους παλαιότερους,
έχουν τη δική τους διαχρονική αξία και έδωσαν το στίγμα τους στις δύσκολες ώρες
που πέρασε ο ελληνισμός μέχρι να κοιτάξει ξανά με το αγέρωχο βλέμμα του, τους λαούς που διψούσαν να επιβεβαιώσουν την
ύπαρξη άξιων απογόνων του αρχαιοελληνικού πνεύματος και της οικουμενικότητας
του «Βυζαντίου».
Αυτό που πολλοί δε γνωρίζουν είναι οι
λεπτομέρειες της καθιέρωσης της 25ης Μαρτίου, ως ημέρας εορτασμού
και όχι ως ημέρας έναρξης της επανάστασης του 1821, μιας και αυτή εκδηλώθηκε
στον ελλαδικό χώρο σε διαφορετικές ημερομηνίες από την 17η Μαρτίου
κι έπειτα, με πρώτους τους Μανιάτες στην Αρεόπολη να δίνουν το παρόν στην
παλιγγενεσία. Επισήμως την υπόθεση επανάσταση του ελληνισμού το 1821, ξεκινάει
ο Αλέξανδρος Υψηλάντης, αρχηγός της Φιλικής
Εταιρείας, (γόνος των ηγεμόνων της Βλαχίας και μιας από των ισχυρών οικογενειών
του Φαναρίου, καταγόμενος από το χωριό Υψίλ της περιοχής του Όφεως του Πόντου),
ο οποίος εκδίδει προκήρυξη ανεξαρτησίας,
περνάει τον ποταμό Προύθο στις 22 Φεβρουαρίου 1821 και υψώνει τη σημαία της
Επανάστασης στις παραδουνάβιες ηγεμονίες και συγκεκριμένα στο Ιάσιο της
Μολδοβλαχίας, δύο μέρες αργότερα, στις 24 Φεβρουαρίου εκδίδοντας επαναστατική
προκήρυξη με τον τίτλο «Μάχου υπέρ πίστεως και πατρίδος».
Το γεγονός της ήττας
του στρατεύματός του στο Δραγατσάνι(7 -6-1821) και η αιχμαλωσία του, οδήγησαν
στην υποβάθμιση της αξίας του εγχειρήματός του και σ’ αυτό συνετέλεσε και το
ότι η περιοχή δεν αποτέλεσε ποτέ μέρος του ελεύθερου Ελληνικού κράτους. Έτσι
αναζητήθηκε στην τότε ελεύθερη Ελλάδα η καλύτερη επιλογή.
Ποτέ άλλοτε στα
παγκόσμια δεδομένα οι συζητήσεις για την καθιέρωση του εορτασμού μιας
Επανάστασης δεν υπήρξαν τόσο γόνιμες και παραγωγικές, όσο εκείνες που έγιναν
για τον εορτασμό του εθνικού ξεσηκωμού των Ελλήνων (1821). Πρόκειται για μια
πλούσια σελίδα της νεότερης ελληνικής ιστορίας, η οποία παραμένει σχεδόν
άγνωστη, με αδημοσίευτα σπουδαία τεκμήρια. Στο επίκεντρο όσων γράφτηκαν μέχρι
σήμερα βρέθηκε –όπως ήταν λογικό– η ημερομηνία του ξεσηκωμού, αλλά
παραβλέφθηκαν εξίσου σημαντικές παράμετροι, όπως η κοινωνικο-πολιτική και
οικονομική διάσταση που απέδιδαν στο γεγονός οι ρομαντικοί παραγωγοί της
εθνικής ιδεολογίας εκείνης της εποχής.
Η ελληνική ταυτότητα
Αξιομνημόνευτη
είναι η περίπτωση που γεννήθηκε πάνω στο ιδεολογικό υπόβαθρο το οποίο
θεμελίωσαν ο ρομαντικός ποιητής Παναγιώτης Σούτσος και ο πολιτικός που
διατύπωσε για πρώτη φορά το περιεχόμενο του όρου «Μεγάλη Ιδέα», ο Ιωάννης Κωλέττης.
Η σχεδόν οκταετής διάρκεια της Ελληνικής Επανάστασης οδήγησε στη δημιουργία
ενός ανεξάρτητου κράτους, του οποίου η συγκρότηση της εθνικής ταυτότητας
βασιζόταν και στο στοιχείο της θρησκείας. Οι Έλληνες χριστιανοί επιδιώκουν την
αποκοπή τους από τους δεσμούς του οθωμανικού παρελθόντος και στηρίζονται στα
στοιχεία της γλώσσας και της Ιστορίας που παραπέμπουν στην αρχαία Ελλάδα.
Πρόκειται για την κορωνίδα της εθνικής ταυτότητας που λειτουργεί και ως πηγή
για την κατάκτηση «πολιτιστικής γνησιότητας».
Προτείνουν λοιπόν την 25η Μαρτίου, ημέρα του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου, για την Εθνική Εορτή των Ελλήνων και συνοδεύουν την πρότασή τους με την αναβίωση πολιτιστικών και αθλητικών γεγονότων στα πρότυπα της αρχαιότητας. Θέλουν να καταστήσουν την Εθνική Εορτή μέγα υπερτοπικό γεγονός, με εντυπωσιακές και οικονομικές διαστάσεις. Επιλέγουν ένα δίκτυο πόλεων για την ανάπτυξη υποδομών (Αθήνα, Ύδρα, Τριπολιτσά, Μεσολόγγι) και στοχεύουν στη διεθνή προβολή της χώρας από τη Μαύρη Θάλασσα έως τις ακτές της Γαλλίας, της Αιγύπτου και της Μέσης Ανατολής. Αυτά συμβαίνουν στα 1835, τρία χρόνια πριν από τον επίσημο καθορισμό της Εθνικής μας Εορτής.
Προτείνουν λοιπόν την 25η Μαρτίου, ημέρα του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου, για την Εθνική Εορτή των Ελλήνων και συνοδεύουν την πρότασή τους με την αναβίωση πολιτιστικών και αθλητικών γεγονότων στα πρότυπα της αρχαιότητας. Θέλουν να καταστήσουν την Εθνική Εορτή μέγα υπερτοπικό γεγονός, με εντυπωσιακές και οικονομικές διαστάσεις. Επιλέγουν ένα δίκτυο πόλεων για την ανάπτυξη υποδομών (Αθήνα, Ύδρα, Τριπολιτσά, Μεσολόγγι) και στοχεύουν στη διεθνή προβολή της χώρας από τη Μαύρη Θάλασσα έως τις ακτές της Γαλλίας, της Αιγύπτου και της Μέσης Ανατολής. Αυτά συμβαίνουν στα 1835, τρία χρόνια πριν από τον επίσημο καθορισμό της Εθνικής μας Εορτής.
Η καθιέρωση
Οι εξελίξεις
δεν επέτρεψαν την υιοθέτηση ολόκληρου του φιλόδοξου εκείνου σχεδίου. Ύστερα από
παλινωδίες και μόλις στις 25 Μαρτίου 1838, δεκαεπτά χρόνια μετά το ξέσπασμα της
Επανάστασης, θα πραγματοποιηθεί ο πρώτος εορτασμός που καθιερώνεται με Βασιλικό
Διάταγμα του Όθωνα. Ένα Διάταγμα που δεν δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα της
Κυβερνήσεως, όπως συνηθιζόταν τότε, αλλά στον Τύπο της εποχής. Ο διττός,
εθνικός και θρησκευτικός χαρακτήρας του εορτασμού αποτυπώνεται στο επίσημο
κείμενο που υπέγραψε ο βασιλιάς: «Θεωρήσαντες ότι η ημέρα της 25 Μαρτίου,
λαμπρά καθ’ εαυτήν εις πάντα Έλληνα διά την εν αυτή τελουμένην εορτήν του
Ευαγγελισμού της Υπεραγίας Θεοτόκου, είναι προσέτι λαμπρά και χαρμόσυνος δια
την κατ’ αυτήν την ημέραν έναρξιν του υπέρ της ανεξαρτησίας αγώνος του
Ελληνικού Εθνους, καθιερούμεν την ημέραν ταύτην εις το διηνεκές ως ημέραν
ΕΘΝΙΚΗΣ ΕΟΡΤΗΣ».
Ακολούθησε η έκδοση ακριβέστατου προγράμματος και την παραμονή, 24 Μαρτίου 1838, όταν έδυε ο ήλιος προαναγγελλόταν ο εορτασμός με είκοσι έναν κανονιοβολισμούς.
Ακολούθησε η έκδοση ακριβέστατου προγράμματος και την παραμονή, 24 Μαρτίου 1838, όταν έδυε ο ήλιος προαναγγελλόταν ο εορτασμός με είκοσι έναν κανονιοβολισμούς.
Ο πρώτος εορτασμός
Την επομένη το
πρωί, 25 Μαρτίου 1838, οι είκοσι ένας νέοι κανονιοβολισμοί δίνουν το σύνθημα. Η
στρατιωτική μουσική εμφανίζεται στους σκόλιους δρόμους της κωμόπολης παίζοντας
τον εωθινό. Όλοι ξεκινούν για τη δοξολογία στην Αγία Ειρήνη της οδού Αιόλου, η
οποία τότε εκτελούσε χρέη Καθεδρικού Ναού. Κάτοικοι της πόλης και χιλιάδες
χωρικών, με κατάλευκες φουστανέλες, ασημένιες φέρμελες και σελάχια με
καλογυαλισμένες πιστόλες, κρατούν μικρές σημαίες και κλωνάρια δάφνης και
τραγουδούν πατριωτικά τραγούδια.
Ο Όθων με τη
φουστανέλα του και η Αμαλία με την παραδοσιακή στολή της φθάνουν, ενώ το πλήθος
ζητωκραυγάζει και τους ραίνει με άνθη. Κοντά τους οι επιζώντες αγωνιστές. Και
ενόσω στην Αγία Ειρήνη ακουγόταν η δοξολογία, είκοσι πέντε νέοι κανονιοβολισμοί
δίνουν τον πανηγυρικό χαρακτήρα της ημέρας.
Όταν τελειώνει
η δοξολογία, ο κόσμος ξεχύνεται στους δρόμους. Κάθε έννοια προγράμματος
καταργείται. Χωρικοί της Αττικής προπορεύονται της βασιλικής άμαξας παίζοντας
λαϊκά μουσικά όργανα και χορεύοντας. Κατευθύνονται όλοι στο πρόχειρο Παλάτι που
δεν ήταν άλλο από το κτίριο που σώζεται μέχρι τις ημέρες μας στην πλατεία
Κλαυθμώνος και στεγάζει το Μουσείον Πόλεως των Αθηνών – Ίδρυμα Βούρου-Ευταξία.
Για τον λόγο αυτό ονομάστηκε πλατεία 25ης Μαρτίου, ονομασία που σκεπάστηκε
αργότερα από το «Κλαυθμώνος» για τους γνωστούς λόγους.
Τα παλικάρια στήνουν χορό στην πλατεία, όπου ο Δήμος Αθηναίων είχε στήσει ένα πρόχειρο τρόπαιο. Ακούγονται πολεμικά άσματα και θούρια, ενώ από τον Πειραιά χαιρετούν τα βασιλικά πλοία ρίχνοντας τους δικούς τους κανονιοβολισμούς.
Τα παλικάρια στήνουν χορό στην πλατεία, όπου ο Δήμος Αθηναίων είχε στήσει ένα πρόχειρο τρόπαιο. Ακούγονται πολεμικά άσματα και θούρια, ενώ από τον Πειραιά χαιρετούν τα βασιλικά πλοία ρίχνοντας τους δικούς τους κανονιοβολισμούς.
Μια βροχή που
ξέσπασε το μεσημέρι δεν επέτρεψε να ολοκληρωθούν, τουλάχιστον σύμφωνα με το
πρόγραμμα, οι εορτασμοί της πρώτης επετείου. Το βραδάκι όμως καθάρισε ο ουρανός
και πραγματοποιήθηκε η «φωταψία» που προβλεπόταν από το πρόγραμμα του
εορτασμού. Για πρώτη φορά φωταγωγήθηκαν η Ακρόπολη και ο Λυκαβηττός. Κοντά στο
εκκλησάκι του Αγίου Γεωργίου, πάνω στον λόφο, ανάφθηκαν μεγάλες φωτιές που
σχημάτιζαν σταυρό δημιουργώντας μια πρωτόφαντη και εντυπωσιακή εικόνα.
Ο ενθουσιασμός συνεπήρε το βασιλικό ζεύγος που βγήκε να περπατήσει στους δρόμους της πόλης. Εκεί με έκπληξη είδαν ότι οι κάτοικοι είχαν φροντίσει να φωτίσουν όλα τα σοκάκια και τα σπίτια με λαδοφάναρα.
Έτσι έκλεισε ο πρώτος εορτασμός της 25ης Μαρτίου.
Η έρευνα και ο σχολιασμός έγιναν από το μέλος
του Δ.Σ. Στέργιο Σαββίδη